Τετάρτη 27 Απριλίου 2011

ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ ΚΙΛΚΙΣ-ΛΑΧΑΝΑ




Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΚΙΛΚΙΣ-ΛΑΧΑΝΑ

19-21 ΙΟΥΝΙΟΥ
1913


ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΣΙΟ

Ο Α' Βαλκανικός Πόλεμος έχει λήξει με την ολική επικράτηση των συμμάχων έναντι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι εδαφικές απώλειες των Τούρκων έναντι ,των Βουλγάρων των Ελλήνων, των Σέρβων αλλά και των Μαυροβουνίων είναι τεράστιες καθώς η μόνη περιοχή που ελέγχουν στην Ευρώπη είναι η Κωνσταντινούπολη και τα περίχωρα της. Η σύμπνοια που επέδειξαν τα Γενικά Επιτελεία των τεσσάρων χωρών καθώς και η σταθερή πολιτική που ακολούθησαν οι πολιτικές ηγεσίες έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του αποτελέσματος του πολέμου.
Η Συνθήκη του Λονδίνου που τερμάτισε τη σύγκρουση, καθόρισε τα σύνορα και τις σχέσεις μεταξύ των αντιμαχομένων πλευρών, δεν προέβλεπε όμως τη διαμοίραση των εδαφών μεταξύ των νικητών, φέροντας έτσι στα σπλάχνα της τους σπόρους την νέας μεγάλης σύγκρουσης, αυτή τη φορά μεταξύ των πρώην συμμάχων. Η Ελλάδα με τη Σερβία είχαν συμφωνήσει στη κατανομή των εδαφών με βάση τις κτήσεις του στρατού της κάθε χώρας. Η Σερβία με τη Βουλγαρία είχαν ξεχωριστή συμφωνία διανομής που όμως δυναμιτίστηκε από την ανακύρηξη της Αλβανίας (από Ιταλία και Αγγλία) ως ανεξάρτητου κράτους. Η Σερβία που , με βάση τις συμφωνίες, ανακτούσε τον έλεγχο στην περιοχή της σημερινής Αλβανίας και αποκτούσε σταθερή πρόσβαση στην Αδριατική, είχε πλέον περιορισμένα εδαφικά κέρδη και δεν αναγνώριζε πλέον τη συμφωνία με τους Βούλγαρους. Επιθυμούσε να ισορροπήσει την απώλεια εδαφών στα δυτικά με την απόκτηση νέων προς την ανατολή.
Οι διαφορές της Βουλγαρίας με την Ελλάδα ήταν ακόμη πιο περίπλοκες. Χωρίς καμία συμφωνία για τη διανομή εδαφών και με πρόθεση για κυριαρχία στη Μακεδονία και κυρίως στη Θεσσαλονίκη, οι δύο κατ'ανάγκη σύμμαχοι ήταν έτοιμοι για μια νέα αντιπαράθεση. Είχε προηγηθεί η σύγκρουση αντάρτικων μονάδων μερικά χρόνια νωρίτερα εντός της Οθωμανικής τότε επικράτειας με κυρίαρχη τη λυσσαλέα μάχη στον βάλτο των Γιαννιτσών. Η Βουλγαρία επιθυμούσε την επιστροφή στη συνθήκη του Αγ.Στεφάνου του 1878 και η Ελλάδα στην απελευθέρωση όσο περισσότερων εδαφών που κυριαρχούσαν ελληνορθόδοξοι πληθυσμοί. Οι Έλληνες και οι Σέρβοι συνασπίστηκαν ακόμη μία φορά για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τη Βουλγαρική απειλή που μετά τη κατάρρευση των Τούρκων ήρθε και πάλι στο προσκήνιο. Οι στρατοί και των τριών χωρών ήταν έτοιμοι, εμπειροπόλεμοι και με ακμαίο ηθικό. Ο νέος επερχόμενος πόλεμος δε θα έμοιαζε σε καμία περίπτωση με τον προηγούμενο που οι Τούρκοι οπισθοχωρούσαν εύκολα. Η κάθε σπιθαμή εδάφους θα κερδιζόταν με πεισματικό αγώνα και πολύ αίμα!

Η ΜΑΧΗ
Χωρίς επίσημη κήρυξη πολέμου, ούτε καν προειδοποίηση, οι Βουλγαρικές ένοπλες δυνάμεις επιτέθηκαν τη νύχτα της 16ης προς 17ης Ιουνίου 1913 ταυτόχρονα στις προφυλακές του Ελληνικού και Σερβικού στρατού. Η ταυτόχρονη αυτή επίθεση εναντίον δύο αντιπάλων φανέρωνε την υπεροψία των Βουλγάρων επιτελών καθώς και το ριψοκίνδυνο του όλου εγχειρήματος τους. Για τη προσβολή του ελληνικού στρατού η Βουλγαρία διέθεσε τη 2η Στρατιά υπό τον στρατηγό Ιβανώφ που ήταν αναπτυγμένη στις θέσεις Δοϊράνη-Κιλκίς-Λαχανάς-Ελευθερούπολη Η δύναμη των Βουλγάρων ήταν γύρω στις εκατό χιλιάδες άντρες χωρισμένοι σε 59 τάγματα πεζικού και 14 ίλες ιππικού, υποστηριζόμενοι από 175 πυροβόλα.Το ελληνικό Γενικό Επιτελείο είχε προλάβει τις εξελίξεις και τις προηγούμενες μέρες είχε προωθήσει και παρατάξει τον στρατό σε κατάλληλες θέσεις τόσο για να αποκρούσει την αναμενόμενη (λόγω της μεγάλης συγκέντρωσης στρατού στα σύνορα) βουλγαρική επίθεση, όσο και για να περάσει στην αντεπίθεση ώστε να ελευθερώσει την ανατολική Μακεδονία και να την εντάξει στον εθνικό κορμό Εκατόν δέκα εφτά χιλιάδες άντρες, χωρισμένοι σε 73 τάγματα πεζικού και 7 ίλες ιππικού, υποστηριζόμενοι από 176 πεδινά και ορεινά πυροβόλα είχαν αναπτυχθεί ακολουθώντας μια υποδειγματική, ακόμη και για τα σημερινά δεδομένα, κινητοποίηση.
Η πρώτη επίθεση των Βουλγάρων εκδηλώθηκε στη βόρεια πλευρά του Παγγαίου κοντά στην Ελευθερούπολη. Η προφυλακή του ελληνικού στρατού οπισθοχώρησε με ασφάλεια. Το περίεργο αυτής της σύγκρουσης είναι πως ενώ ο Βουλγαρικός στρατός ξεκίνησε τη μάχη αυτή η πρώτη επίθεση ήταν και η μοναδική! Ο Ελληνικός στρατός βρισκόταν σε τέτοιο επίπεδο ετοιμότητας και κινητοποίησης που αντεπιτέθηκε αμέσως αναγκάζοντας τους αντιπάλους σε στατική άμυνα. Η επίθεση των Ελλήνων ήταν σφοδρή και σε όλο το μέτωπο ταυτόχρονα καθώς οι επιτελείς του στρατού έδειξαν υψηλά επίπεδα επαγγελματισμού που εξασφάλισαν άριστη εποπτεία του πεδίου μάχης καθώς και διοικητικής μέριμνας.
Οι 2η, 3η, 4η, 5η μεραρχίες ξεκίνησαν από τη γραμμή Λητή-Αγιονέρι με κατεύθυνση το Κιλκίς. Η 6η από Άσσηρο και η 1η από Προφήτη κατευθύνθηκαν προς Λαχανά. Στη δεξιά πλευρά η 7η από Αρεθούσα προέλασε προς Νιγρίτα και από τη δεξιά η 10η από γέφυρα Γουμένιτσας (Αξιός ποταμός) προς λίμνη Αρτζάν. Στις 8 το πρωί της 19ης Ιουνίου οι τέσσερις μεραρχίες που προωθούνται προς τη κατάληψη του Κιλκίς έρχονται σε επαφή με τις αμυντικές δυνάμεις των Βούλγαρων που βρίσκονται στη πρώτη αμυντική γραμμή Πέρινθος-Μαυρονέρι-Νέο Γυναικοχώρι. Η μάχη γενικεύεται και παρά τις απώλειες από τα πυκνά πυρά των αντιπάλων, οι ελληνικές μονάδες απωθούν τους αντιπάλους και τους αναγκάζουν να οπισθοχωρήσουν. Το μεσημέρι πραγματοποιείται η επίθεση στη προωθημένη αμυντική τοποθεσία του Λαχανά με τα ίδια αποτελέσματα. Παρά τις μεγάλες απώλειες, οι Έλληνες ανάγκασαν τους Βούλγαρους να οπισθοχωρήσουν στη κύρια αμυντική τους θέση. Οι μεραρχίες στα άκρα της παράταξης (7η και 10η) επικράτησαν και ανέτρεψαν οριστικά την αντίσταση των εχθρών στη στενωπό Σκεπαστού και στο Αρτζάν.
Την επόμενη μέρα οι μάχες συνεχίστηκαν με την ίδια σφοδρότητα. Οι Βούλγαροι αντιστεκόταν πεισματικά στις λυσσαλέες επιθέσεις του ελληνικού στρατού. Τα εδαφικά κέρδη ήταν πενιχρά. Τα πυκνά πυρά των Βουλγάρων καθώς και η έλλειψη επαρκούς κάλυψης πυροβολικού του ελληνικού στρατού, ανάγκασε το πεζικό να καθηλωθεί στις θέσεις του. Η μόνη αλλαγή στο μέτωπο ήταν η κατάληψη της Νιγρίτας από την 7η μεραρχία. Μία κίνηση υπερκερασμού όλης της αμυντικής παράταξης του Βουλγαρικού σχεδιασμού που από μόνη της όμως δεν θα μπορούσε να έχει αποτέλεσμα. Το κύριο σώμα στρατού θα έπρεπε να προωθηθεί πάση θυσία ώστε η κίνηση της 7ης να έχει ουσιαστικό αποτέλεσμα.
Στις 3:30 το πρωί της 21ης Ιουνίου 1913 ξεκίνησε η γενικευμένη επίθεση κατά της πόλης του Κιλκίς. Οι μεραρχίες 3η, 4η, 5η μάχονται στα περίχωρα της πόλης κάτω από τις συνεχείς βολές του αντίπαλου πυροβολικού. Η 2η μπαίνει στην ίδια την πόλη και τα συντάγματα 1ο και 7ο καταλαμβάνουν τη πρώτη αμυντική γραμμή των Βουλγάρων στις 4:10 το πρωί. Η επίθεση συνεχίζεται με αμείωτη ένταση και με τρομακτικές απώλειες και από τις δύο πλευρές και με εφόρμηση εφ'όπλου λόγχης, καταλαμβάνεται και η δεύτερη αμυντική γραμμή μέχρι τις 5:00 το πρωί. Το 3ο σύνταγμα εμπλέκεται στη μάχη πλέον και αποκρούει τις σφοδρές αντεπιθέσεις των αντιπάλων και με συντονισμένες επιθέσεις η πόλη καταλαμβάνεται στις11:00 το πρωί. Μέσα σε λίγη ώρα η ελληνική σημαία κυματίζει περήφανα στον λόφο του Αγ.Γεωργίου και ο Βουλγαρικός στρατός υποχωρεί αλλά με σχετική τάξη.
Στη τοποθεσία του Λαχανά οι εξελίξεις ήταν παράλληλες με αυτές του Κιλκίς. Με τη λόγχη οι Έλληνες στρατιώτες κατεδίωξαν τους Βούλγαρους από τα χαρακώματα τους, με βαριές απώλειες και για τις δύο πλευρές. Μέχρι της 16:00 το απόγευμα η οχυρή τοποθεσία του Λαχανά βρισκόταν στα χέρια του ελληνικού στρατού. Η υποχώρηση των Βουλγαρικών σωμάτων προς Σέρρες και Δοϊράνη ήταν μαζική και παραλίγο θα είχε μετατραπεί σε άτακτη φυγή.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ-ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Η περήφανη αυτή νίκη των Ελληνικών όπλων ήταν η σημαντικότερη σε όλη τη διάρκεια του Β' Βαλκανικού Πόλεμου. Οι υπερόπτες Βούλγαροι αναγκάστηκαν να διακόψουν οποιαδήποτε περαιτέρω σκέψη για επιθετικές κινήσεις και πέρασαν στην άμυνα τόσο στο Ελληνικό όσο και στο Σερβικό μέτωπο. Παρά τις τρομακτικές απώλειες, το ηθικό του στρατού εξυψώθηκε και η συνέχιση του πολέμου φάνταζε ως κάτι το αυτονόητο σε όλο τον Ελληνισμό. Οι απώλειες και για τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές τρομακτικές λόγω της αγριότητας της σύγκρουσης. Από τη Ελλάδα σκοτώθηκαν ή τέθηκαν εκτός μάχης 8.652 άντρες και από τη Βουλγαρία σκοτώθηκαν ή τέθηκαν εκτός μάχης 6.971, αιχμαλωτίστηκαν 6 χιλιάδες και χάθηκαν 12ο πυροβόλα όπλα.
Τα λάθη της Βουλγαρικής ηγεσίας αμέτρητα! Ξεκίνησαν πόλεμο σε δύο μέτωπα λόγω υπεροψίας χωρίς να παραδειγματιστούν από τις νίκες των δύο πρώην συμμάχων τους απέναντι στον Οθωμανικό στρατό. Αν είχαν επιλέξει να πολεμήσουν τη κάθε μία χώρα ξεχωριστά, ίσως το αποτέλεσμα να ήταν διαφορετικό. Ακόμη ένα λάθος ήταν προφανώς και οι εκτιμήσεις τους για τον αριθμό των Ελλήνων στρατιωτών που μαζεύτηκαν στα σύνορα. Η έλλειψη σωστού δικτύου πληροφοριών τους στοίχισε τη σημαντική αυτή μάχη αλλά και ολόκληρο τον πόλεμο.
Οι Έλληνες επιτελείς επέδειξαν απαράμιλλο επαγγελματισμό καθώς με μεγάλη ανδρεία στο πεδίο της μάχης μαζί με τους άντρες τους. Ο αριθμός των οκτώ νεκρών διοικητών σωμάτων μαρτυρεί την αφοσίωση των Ελλήνων αξιωματικών. Η πρωτοφανής κινητοποίηση στρατευμάτων στα σύνορα αλλά και η υποδειγματική εκτέλεση του σχεδίου μάχης ήταν τα στοιχεία που έδωσαν τη σημαντική αυτή νίκη στην Ελλάδα.
Μελανό σημείο στην Ελληνική στρατηγική ήταν η απογοητευτική επίδοση του πυροβολικού. Όπως και στη μάχη του Σαρανταπόρου (1912), τα ελληνικά πυροβόλα δεν παρείχαν επαρκεί κάλυψη στις μονάδες πεζικού με αποτέλεσμα, πολλές φορές αυτές να ακινητοποιούνται από τα πυκνά πυρά των αμυνομένων και να δέχονται βαριές απώλειες. Ακόμη ένα σημείο που υστέρησε η Ελληνική διοίκηση είναι η έλλειψη πρωτοβουλίας που επέδειξε η 7η μεραρχία μετά τη κατάληψη της Νιγρίτας. Αν ο διοικητής λάμβανε εντολή ή ενεργούσε από μόνος τ
ου και έκλεινε τις γέφυρες του Στρυμόνα, καθιστώντας αδύνατη τη διαφυγή του βουλγαρικού στρατού, τότε η παράδοση και η αιχμαλωσία 100 περίπου χιλιάδων αντρών θα ήταν γεγονός! Αυτό βέβαια θα ήταν και το τέλος του Β' Βαλκανικού πολέμου.




Ο στρατηγός Ιβανώφ , Στρατάρχης των βουλγαρικών δυνάμεων, γράφει στα απομνημονεύματά του: "Ήμασταν σε θέση να αντισταθούμε για τόσο καιρό, γιατί ο εχθρός ήταν αδέξιος, δεν μπορούσαν να εκτιμήσουν πόσο σοβαρή ήταν η κατάσταση, δεν μπορούσαν να αξιοποιήσουν τις αδυναμίες μας .... Νόμιζα ότι είχα προβλέψει τα πάντα, ότι είχα μαντέψει τα πάντα, τα πάντα, εκτός απο την ελληνική τρέλα ".





Τετάρτη 20 Απριλίου 2011

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΙΚΗ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ


Η ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΗΣ 20ης ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1453


Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΟΥ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΥΟΥΣΑΣ


ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΥΠΕΡΧΙΛΙΕΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΒΡΟΥΜΕ ΑΠΕΙΡΑΡΙΘΜΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΗΡΩΙΣΜΟΥ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΝΙΚΕΣ. ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ..
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ


Στις 6 Απριλίου 1453 ο νεαρός σουλτάνος των Οθωμανών Μωάμεθ ο Β' πολιόρκησε στενά τη πρωτεύουσα της κατ'όνομα μόνο Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, Κωνσταντινούπολη. Με πανίσχυρο στρατό διακοσίων χιλιάδων περίπου αντρών και οπλισμένος με το νέο υπερόπλο της εποχής , το κανόνι, φάνταζε σίγουρος νικητής της μεγάλης αυτής σύγκρουσης. Τα τείχη της Πόλης ήταν ισχυρά μεν αλλά παλαιά και όχι κατάλληλα για να αντέξουν βομβαρδισμό.Καμία πολιορκία της Κωνσταντινούπολης όμως δε θα μπορούσε να έχει αποτέλεσμα αν δεν πραγματοποιούταν ταυτόχρονα και ναυτικός αποκλεισμός. Τα πολλά λιμάνια της Πόλης ήταν ικανά να εξυπηρετήσουν μεγάλο αριθμό εμπορικών και πολεμικών πλοίων που θα μπορούσαν να ανεφοδιάζουν τη Βασιλεύουσα με τρόφιμα, όπλα και άντρες για πολλούς μήνες καθιστώντας την οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια άνευ ουσίας.
Για αυτό τον λόγο ο Σουλτάνος είχε ναυλοχήσει έναν τεράστιο στόλο τριακοσίων περίπου καραβιών, διαφόρων τύπων και μεγέθους. Τα πληρώματα ήταν καλά εξοπλισμένα και εκπαιδευμένα, καθώς και φανατισμένα, με μοναδικό σκοπό να απωθήσουν οποιοδήποτε πλοίο έσπευδε να ανεφοδιάσει τους πολιορκημένους. Ο τουρκικός στόλος βρισκόταν υπό την καθοδήγηση του ναυάρχου Μπαλτόγλου, ενός έμπειρου ναυτικού και έμπιστου του ίδιου του σουλτάνου। Τα ναυτικά τείχη της Πόλης καθώς και η αλυσίδα του Κεράτιου Κόλπου δεν έδινε ελπίδες σε οποιαδήποτε ναυτική προσβολή της πόλης, οπότε ο ρόλος του ναυτικού ήταν απλώς υποστηρικτικός του ενόπλου αγώνα στη στεριά.
Οι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης καθώς και οι υπερασπιστές της πόλης προσδοκούσαν και όχι άδικα σε βοήθεια από τη Δύση καθώς, λόγω του μεγάλου κινδύνου, οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες αναγνώρισαν τη πρωτοκαθεδρία του Πάπα της Ρώμης ως αρχηγού της Χριστιανοσύνης. Χερσαία επέμβαση ήταν απαγορευτική για τους Ευρωπαίους καθώς εκτός της Ουγγαρίας, κανένα άλλο κράτος δεν βρισκόταν κοντά στη περιοχή των Βαλκανίων. Η μόνη βοήθεια θα μπορούσε να έρθει από τη θάλασσα. Και αυτό το γνώριζαν και οι πολιορκητές.

Η ΝΑΥΜΑΧΙΑ

Τα τριακόσια πλοία του σουλτάνου φάνταζαν ως ένα αδιαπέραστο τοίχος για οποιαδήποτε προσπάθεια ανεφοδιασμού της Κωνσταντινούπολης από τη Δύση. Τρεις Γενουάτες πλοίαρχοι όμως ο Μαυρίκιος Καττανέου, ο Δομίνικος του Νοβαραίου και ο Βαπτιστής του εκ Φελλιτσιάνου, αψηφώντας τον κίνδυνο, πλησίασαν στη περιοχή με απώτερο σκοπό να ανακουφίσουν τους πολιορκημένους. Όλο το Μάρτιο καθώς και μεγάλο μέρος του Απριλίου ήταν αναγκασμένοι να περιμένουν στη Χίο λόγω δυσμενών ανέμων. Στις 15 του μηνός όμως ξεκίνησε ένας δυνατός νότιος άνεμος, κατάλληλος να "γεμίσει" τα πανιά των πλοίων και να τα οδηγήσει απευθείας στη Κωνσταντινούπολη. Αυτά τα πλοία ενώθηκαν με μεγάλο φορτηγό πλοίο του αυτοκρατορικού στόλου γεμάτο σιτάρι υπό τον έξοχο καπετάνιο Φλαντανελά. Ο στολίσκος των τεσσάρων αυτών ευμεγέθων πλοίων κατευθυνόταν πλέον προς τον Βόσπορο μέσα στη καρδιά της τουρκικής ναυτικής παράταξης.
Το μέγαλο πλεονέκτημα των Οθωμανών ήταν ο μεγάλος αριθμός των σκαφών τους, ενώ των Χριστιανών το μέγεθος και η ποιότητα των πλοίων καθώς και το αξιόμαχο των πληρωμάτων. Η νίκη όμως των Οθωμανών φάνταζε εύκολη λόγω της χαώδους διαφοράς σε πλοία και άντρες. Ο στολίσκος αυτός, με βάση τη ψυχρή λογική, δεν ήταν ικανός να αποτελέσει ούτε τη προφυλακή ενός μεγαλύτερου στόλου που θα ερχόταν να λύσει τη πολιορκία και να σώσει τη Βασιλεύουσα. Και ως προφυλακή τον εξέλαβαν το πρωί της 20ης Απριλίου τόσο οι
κάτοικοι της πόλης όσο και οι Τούρκοι.
Στις εννέα το πρωί ο στολίσκος έφτασε στην Πόλη και μέχρι τις δέκα οι ναύτες των Χριστιανικών πλοίων μπορούσαν να διακρίνουν με συγκίνηση την εκκλησία της Αγίας Σοφίας. Τους είδαν πλέον τόσο οι φύλακες των θαλασσίων τειχών της Κωνσταντινούπολης όσο και οι προφυλακές του Οθωμανικού ναυτικού προκαλώντας τους αρχικά πανικό καθώς νόμιζαν πως ακολουθεί μεγάλος στόλος από την Εσπερίαν.
Μεγάλος ενθουσιασμός επικράτησε τότε στη Πόλη. Μεγάλος αριθμός πολιτών ανέβηκαν στα τείχη αλλά και στις στέγες ψηλών κτηρίων, γέμισαν τις αποβάθρες για να μπορέσουν να θαυμάσουν τα τέσσερα αγέρωχα πλοία που ήταν ότι πιο ελπιδοφόρο είχαν δει ίσως σε ολόκληρη τη ζωή τους! Ο στολίσκος όμως ήταν ορατός και από το δεξί άκρο του τουρκικού στρατού.
Ο σουλτάνος θορυβημένος από την άφιξη των Ιταλικών πλοίων και του αυτοκρατορικού φορτηγού, διέτρεξε έφιππος όλο το στρατόπεδο του πεζικού και έφτασε μέχρι τον πρόχειρο ναύσταθμο διατάζοντας το ναύαρχο Μπαλτόγλου να επιτεθεί αμέσως στον στολίσκο και να τον εμποδίσει πάση θυσία να περάσει την αλυσίδα του Κεράτιου κόλπου και να εισέλθει με ασφάλεια στη πόλη. "Αν δεν το κατορθώσεις, μη γυρίσεις ζωντανός" φέρεται να είπε ο Μωάμεθ ο Β΄ στο ναύαρχο του.
Ο τουρκικός στόλος κινητοποιήθηκε πολύ γρήγορα κωπηλατώντας αντίθετα στον άνεμο, κάτι πολύ επίπονο για τους ναυτικούς. Φρικτές κραυγές και αναρίθμητα τύμπανα σκέπασαν τον ουρανό πάνω από τον Βόσπορο καθώς οι Οθωμανοί προσπαθούσαν να προκαλέσουν τρόμο στους αντιπάλους τους. Τα χριστιανικά πλοία όμως κινούταν με ούριο άνεμο στα ιστία τους με μεγάλη ορμή και έφτασαν σχετικά εύκολα μέχρι την ακρόπολη του Μεγάδημητρίου στις παρυφές του Κεράτιου. Εκείνη τη στιγμή βρέθηκαν ακριβώς απέναντι από τον Οθωμανικό στόλου που είχε επικεφαλή τον ίδιο το ναύαρχο, ο οποίος ήταν γεμάτος αυτοπεποίθηση για τη σύντομη και επιτυχή έκβαση της ναυμαχίας.
Μόλις οι δύο στόλοι έφτασαν σε απόσταση βολής ξεκίνησε έντονος ακροβολισμός και από τις δύο μεριές. Βέλη, πέτρες αλλά και βολές από πυροβόλα όπλα κατάκλυσαν το πεδίο της ναυμαχίας. Οι χριστιανοί όμως ήταν όλοι τους εξοπλισμένοι με αλυσιδωτούς

θώρακες και λόγω του μεγαλύτερου μεγέθους των πλοίων τους, βρισκόταν ψηλότερα από τους αντιπάλους τους και τους εξουδετέρωναν με σχετική ευκολία! Λόγω του ευνοϊκού ανέμου και του μεγέθους τους, τα χριστιανικά πλοία κατανίκησαν τα αντίστοιχα της πρώτης γραμμής των τούρκων που υπέστησαν πολλά δεινά μη μπορώντας να προσκολληθούν επάνω στους αντιπάλους τους.
Και ενώ ο στολίσκος βρισκόταν μερικές εκατοντάδες μέτρα από την αλυσίδα του Κεράτιου κόλπου, ξαφνικά έπαυσε ο άνεμος προς μεγάλη τέρψη τόσο του Μωάμεθ όσο και του Μπαλτόγλου. Η αιφνίδια νηνεμία ήταν ότι χειρότερο για τους Γενουάτες καθώς τους είχαν πλησιάσει περίπου εκατό κωπήλατα εχθρικά πλοία! Η ναυαρχίδα προσκολλήθηκε στη πρύμνη του αυτοκρατορικού φορτηγού πλοίου με σαφή πρόθεση να το καταλάβει και να πάρει το πολύτιμο σιτάρι για τον Οθωμανικό στρατό. Τα ιταλικά πλοία δέχθηκαν επίθεση από αναρίθμητα τουρκικά τα οποία με τη σειρά τους προσκολλήθηκαν πάνω τους και η ναυμαχία πλέον έγινε πεζομαχία!
Οι χριστιανοί, όντας καλύτερα εξοπλισμένοι και ψηλότερα από τους αντιπάλους τους, στην αρχή τους απωθούσαν εύκολα αλλά όσο περνούσε η ώρα η κόπωση τους γινόταν εμφανής. Νέοι ξεκούραστοι τούρκοι πολεμιστές έμπαιναν στον αγώνα και πολλές φορές παραλίγο να κυριευθεί το αυτοκρατορικό πλοίο. Η έγκαιρη παρέμβαση των Ιταλικών πολεμικών αποσόβησε αυτή την εξέλιξη. Οι πλοίαρχοι αποφάσισαν να δέσουν και τα τέσσερα καράβια μεταξύ τους ώστε να είναι ευκολότερη η προστασία του φορτηγού πλοίου.
Τόσο ο Μπαλτόγλου όσο και ο Έλληνας κυβερνήτης του φορτηγού Φλαντανελάς βρισκόταν στη πρώτη γραμμή καθ'όλη τη διάρκεια της μάχης, μαχόμενοι με ιδιαίτερο φανατισμό!
Το "σμήνος" των πλοίων πλησίαζε στην ακτή, έφτασε τόσο κοντά μάλιστα που ο Μωάμεθ έδινε ο ίδιος εντολές στο ναύαρχο του αλλά και στους κυβερνήτες των πλοίων του. Και ενώ η ναυμαχία κρατούσε ώρα πολύ και οι απώλειες των Οθωμανών πλήθαιναν, άρχισε μια ακατανόητη φυγή του τουρκικού στόλου. Τα πληρώματα έχασαν το θάρρος τους και οι κυβερνήτες των πλοίων διέταξαν οπισθοχώρηση. Η οργή του σουλτάνου ήταν απερίγραπτη! Άρχισε να βρίζει και να απειλεί τον Μπαλτόγλου καθώς και όλους τους αξιωματικούς του ναυτικού. Η συνοδεία του Μωάμεθ και ύστερα ολόκληρο ο στρατός άρχισε να βρίζει και να καταριέται τον στόλο μιμούμενος τον σουλτάνο.
Ο Φραντζής λέγει "Αισχυνθέτες τας ύβρεις, άκοντες και έκοντες μετά θυμού μεγάλουμετέστρεψαν αύθις τας πρώτας κατά των νηών και εμάχοντο ισχυρώς". Το δεύτερο σκέλος της μάχης κράτησε πάνω από δύο ώρες και λόγω της συνεχιζόμενης νηνεμίας, τα χριστιανικά πλοία ήταν σε δεινή θέση. Και ενώ πλησίαζε η δύση του ηλίου και η μάχη έγειρε προς το μέρος των τούρκων, ως εκ θαύματος "σηκώθηκε" ισχυρός νότιος άνεμος γεμίζοντας ακόμη μία φορά τα πανιά των χριστιανικών πλοίων! Ο Δούκας στο χρονικό του λέγει "Και αν ήτο έμπροσθεν αυτών όλος ο στόλος του βαρβάρου, θα ηδύναντο αι πέντε* εκείναι νήες να καταποντίσωσι και τα τριάκοντα τουρκικά πλοία".
Τα χριστιανικά πλοία μέσα σε λίγη ώρα βρέθηκαν μέσα στην ασφάλεια του Κεράτιου κόλπου χαρίζοντας με ανέλπιστη νίκη και ελπίδα στους πολιορκημένους!

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
Μετά το πέρας της ναυμαχίας ο Μωάμεθ ράβδισε και έπαυσε το ναύαρχο του. Δήμευσε όλοι τη περιουσία του και τη μοίρασε στους γενίτσαρους. Μόνο η προσωπική ανδρεία του Μπαλτόγλου του έσωσε τη ζωή.
Οι απώλειες των δύο πλευρών δεν είναι ξεκάθαρες αλλά σίγουρα οι τουρκικές ήταν
πολλαπλάσιες από τις χριστιανικές, τόσο σε πλοία όσο και σε άντρες.
Παρά τη μεγαλειώδη αυτή νίκη, η πλάστιγγα δεν έγειρε υπέρ των πολιορκημένων, ούτε και θα μπορούσε να συμβεί άλλωστε. Το μέγεθος του στολίσκου ήταν τόσο μικρό που τόσο τα εφόδια όσο και οι άντρες που έφερε στη Κωνσταντινούπολη δε μπορούσαν να βοηθήσουν ουσιαστικά στην υπεράσπιση της πόλης.
Λίγες εβδομάδες μετά η Βασιλεύουσα έπεσε στα χέρια του Μωάμεθ που έλαβε τον τίτλο "ο Πορθητής". Το φως του ελληνισμού μετανάστευσε στη γειτονική Ιταλία και δικαίως το πρώτο αίτιο για την Αναγέννηση στη κεντρική και βόρεια Ιταλία θεωρείται η πτώση της Πόλης. Ο ελληνισμός μπήκε στον σκοταδισμό της Ανατολής και το μέλλον του ήταν εξαιρετικά δυσοίωνο...


*Ο ιστορικός της άλωσης Δούκας, αφηγείται την ύπαρξη πέντε και όχι τεσσάρων πλοίων