Τετάρτη 24 Απριλίου 2013

ΟΙ ΝΕΕΣ ΠΛΑΤΑΙΕΣ


ΟΙ ΝΕΕΣ ΠΛΑΤΑΙΕΣ
Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΠΟΛΥΑΡΑΒΟΥ
26-28 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1826

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Η Ελληνική Επανάσταση βρίσκεται στη κρισιμότερη καμπή της. Μετά τις αρχικές επιτυχίες το πανάρχαιο σαράκι των Ελλήνων, η διχόνοια, κατάφερε στον Αγώνα το κρίσιμο κτύπημα που δεν μπόρεσε ο Σουλτάνος προκαλώντας δύο συνεχόμενες εμφύλιες συρράξεις, τους πλέον έμπειρους και ικανούς στρατηγούς φυλακισμένους (ανάμεσά τους και ο Κολοκοτρώνης) και τον στόλο άπραγο. Αυτή ήταν η ευκαιρία που περίμεναν τόσο η Υψηλή Πύλη, όσο και ο νέος ικανός Αιγύπτιος με Αλβανική καταγωγή στρατηγός Ιμπραήμ Πασάς που έσπευσε στη Πελοπόννησο με τον στρατό του με απώτερο σκοπό να καταπνίξει στο αίμα την εξέγερση των Ελλήνων.

Το Αιγυπτιακό στράτευμα του Ιμπραήμ διέφερε σημαντικά από τους υπόλοιπους στρατούς της Ανατολής. Είχε εντάξει σε υψηλά αξιώματα παλαίμαχους στρατιωτικούς του Ναπολέοντα οι οποίοι είχαν προχωρήσει σε ριζική αναθεώρηση της δομής, διάταξης και τρόπου πολέμου των Αιγυπτίων. Ο πιο ενεργός Γάλλος αξιωματικός ήταν ο εξισλαμισμένος συνταγματάρχης Σεβ, γνωστότερος και ως Σουλεϊμάν Πασάς, ο οποίος σχεδίασε την εκστρατεία στην Ελλάδα. Τα τμήματα πεζικού, ιππικού και πυροβολικού απόκτησαν ευδιάκριτους ρόλους, αναπτύχθηκε ιδιαίτερα το τμήμα του μηχανικού και δόθηκε η απαραίτητη σημασία στους τομείς της επιμελητείας και της διοικητικής μέριμνας των στρατιωτικών μονάδων. Οι άντρες δηλαδή που επέδραμαν στην Ελλάδα υπό τις εντολές του Ιμπραήμ ήταν ένας δυτικό - ευρωπαϊκός στρατός και όχι ακόμη ένα ανατολίτικο ασκέρι!
Λόγω του ελληνικού εμφυλίου ο στόλος βρισκόταν σε απραξία και έτσι ο Ιμπραήμ κατάφερε και αποβιβάστηκε στη Μεθώνη στις 26 Φεβρουαρίου 1825 χωρίς απώλειες. Κατέλαβε τη Μεσσηνία, συνέτριψε, παρά την ηρωική αντίσταση, τις δυνάμεις του Παπαφλέσσα στο Μανιάκι στις 19 Μαΐου 1825 και στις 11 Ιουνίου κατέλαβε την Τρίπολη. Οι παρακλήσεις του Κολοκοτρώνη να καταστραφεί η πόλη για να μην βρει ο Αιγυπτιακός στρατός ασφαλές καταφύγιο στη Πελοπόννησο δυστυχώς δεν εισακούστηκαν και έτσι ο Ιμπραήμ μπορούσε εκ του ασφαλούς να οργανώνει επιδρομές σε όλη την επικράτεια της επαναστατημένης Ελλάδος. Τον Νοέμβριο του 1825 έσπευσε να βοηθήσει τον Κιουταχή στην πολιορκία του Μεσολογγίου και μετά την πτώση της πόλης με την ηρωική έξοδο στις 10 Απριλίου 1826, επέστρεψε στον Μοριά.
Εκτός από τις στρατιωτικές επιτυχίες, ανέδειξε και τις πολιτικές και ηγετικές του αρετές. Μετά την πολιτική του φόβου, έβγαλε τα προσκυνοχάρτια, μία ευφυή πολιτική αμνηστίας σε όσους είχαν ξεσηκωθεί τα προηγούμενα χρόνια. Το προσκυνοχάρτι ήταν ίσως η σημαντικότερη απειλή για την Επανάσταση και αυτό φαίνεται από την στρατηγική του προσφάτως αποφυλακισμένου Κολοκοτρώνη να εχθρεύεται περισσότερο τους «τουρκοπροσκυνημένους» από τον ίδιο τον Ιμπραήμ! Χαρακτηριστική η φράση του γέρου του Μοριά: «Εις τον καιρό του προσκυνήματος εφοβήθηκα μόνο δια την πατρίδα μου, όχι άλλη φορά, ούτε εις τα αρχάς, ούτε εις τον καιρό του Δράμαλη, όπου ήλθε με τριάντα χιλιάδες στράτευμα εκλεκτό, ούτε ποτέ, μόνο εις το προσκύνημα εφοβήθηκα»
Ως χαρισματικός πολιτικός όμως ο Ιμπραήμ γνώριζε πως μια βαθιά ριζωμένη επανάσταση καταστέλλεται μόνο όταν σβήσει και η τελευταία σπίθα της. Τόσο για να ξεχαστεί από τους ντόπιους εξεγερμένους κατοίκους, όσο και από τους Ευρωπαίους που ήθελαν ένα αγκάθι στα πλευρά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η τελευταία σπίθα στη Πελοπόννησο δεν ήταν απλώς σπίθα, ήταν φλόγα δυνατή! Η αρχοντική Μάνη δεν είχε πατηθεί από το νέο κατακτητή και είχε ικανό ανθρώπινο δυναμικό, επαρκή γεωργική παραγωγή, αρκετά πολεμοφόδια αλλά και ετοιμοπόλεμους άνδρες να αντέξει και να κρατήσει την Επανάσταση ζωντανή. Ήταν ένα καταφύγιο για όλους τους κατατρεγμένους και κυνηγημένους από τον Αιγυπτιακό στρατό και μοιραία αποτέλεσε τον επόμενο και κρισιμότερο στόχο της εκστρατείας του Ιμπραήμ.
Η ΜΑΧΗ
Στις 22 Ιουνίου 1826 ξεκίνησε η πρώτη προσπάθεια του Ιμπραήμ να καταλάβει τη Μάνη με επίθεση στο χωριό της Βέργας στη δυτική Μάνη. Οκτώ χιλιάδες επίλεκτοι άνδρες επιτέθηκαν εναντίον του χωριού αλλά δεν κατόρθωσαν να το καταλάβουν παρά τις εννέα εφόδους που πραγματοποίησαν. Τη νύκτα της 22ης προς 23ης του μηνός εκμεταλλευόμενος την παρουσία όλων των μαχητών της δυτικής Μάνης στη Βέργα, έστειλε με πλοία 1800 άντρες στο χωριό Διρό προσπαθώντας να υπερκεράσει την αμυντική θέση των επαναστατών. Οι εναπομείναντες κάτοικοι, γέροντες και γυναίκες, κατόρθωσαν μετά από ηρωική αντίσταση να καθηλώσουν τους εισβολείς στην παραλία. Στις 24 του μηνός, οι Μανιάτες κατάφεραν να καταδιώξουν τους Αιγύπτιους από τη Βέργα και έσπευσαν στο Διρό, όπου την επόμενη μέρα, πέταξαν ουσιαστικά τους εισβολείς στη θάλασσα!
Ο Ιμπραήμ αποσύρθηκε στη βάση του και ξεκίνησε τον σχεδιασμό της νέας εκστρατείας. Για να αποφύγει τις στενωπούς της δυτικής Μάνης και το χωριό της Βέργας, αποφάσισε να επιτεθεί στην Ανατολική Μάνη με κύριο άξονα προέλασης Γύθειο – Πασσαβάς - Αρεόπολη εκδηλώνοντας μια δευτερεύουσα επίθεση προς τα Βαρδουνοχώρια μετά τις ορεινές διαβάσεις του Ταΰγετου κοντά στη Γιάτρισσα . Μετά την κατάληψη της Αρεόπολης, αφού θα είχε διασπάσει την Μάνη στα δύο, θα επιτίθονταν και στην δυτική για να την κατακτήσει και να εκδικηθεί για την προηγούμενη συντριπτική του ήττα. Στον Πασσαβά όμως συνάντησε λυσσαλέα αντίσταση που όχι μόνο δεν μπόρεσε να κάμψει, αλλά τα στρατεύματα του υποχώρησαν άτακτα αναγκάζοντας τον να μετατρέψει τη δευτερεύουσα επίθεση σε κύρια! Η μόνη του ελπίδα ήταν να βρει τα ορεινά περάσματα του Ταΰγετου αφύλακτα και να μπορέσει να εισβάλλει επιτυχώς στη Μάνη.
Ο Ιμπραήμ έστειλε την εμπροσθοφυλακή του, αποτελούμενη από τρεις χιλιάδες άντρες, να προελάσει ταχύτατα και να καταλάβει τα χωριά Κόκκινα Λουριά – Δεσφίνα - Πολυάραβος. Επικεφαλής της εμπροσθοφυλακής ήταν ο φανατικός και ικανός στρατιωτικός Χουσνίμπεης και οδηγός ο ντόπιος δωσίλογος Μπόσινας. Στη Δεσφίνα συνάντησαν την πρώτη ισχυρή αντίσταση από τον πύργο του Θεοδωράκη Σταθάκο και τους οικείους του. Ο Μπόσινας προσπαθώντας να πείσει τον Σταθάκο να παραδοθεί όχι μόνο δεν τα κατάφερε, αλλά σκοτώθηκε κιόλας στην προσπάθειά του αυτή κοντά στον πύργο. Οι Άραβες ξεκίνησαν αμέσως την σφοδρή επίθεση στον πύργο. Οι Έλληνες αμυνόμενοι παρά τη συντριπτική αριθμητική υπεροχή των αντιπάλων δεν παραδόθηκαν και καθυστέρησαν αρκετές ώρες την προέλαση της εμπροσθοφυλακής ώστε να προλάβουν οι υπόλοιποι Μανιάτες να ταμπουρωθούν στον Πολυάραβο. Ο Σταθάκος και οι πολεμιστές του έπεσαν όλοι ηρωικά μετά από πολύωρη μάχη, δίνοντας τον απαραίτητο χρόνο στη Μάνη να επιζήσει της εισβολής, κρατώντας ζωντανή την Επανάσταση!

Οι Μανιάτες πλέον, με ανεβασμένο το ηθικό και αρκετό χρόνο να προετοιμασθούν, οχυρώθηκαν στη θέση προφήτης Ηλίας πριν από τη στενωπό Δερβέν - Φούρκα. Παρέμεναν σε θέσεις απόκρυψης μέχρι να πλησιάσουν οι Άραβες μαχητές αρκετά κοντά και με μια ομοβροντία εξολόθρευσαν σχεδόν όλους όσους είχε στείλει ο Αιγύπτιος επικεφαλής της εμπροσθοφυλακής εναντίον τους. Ο Χουσνί μπέης μόλις αναγνώρισε την ακριβή διάταξη της αμυντικής διάταξης των Ελλήνων διέταξε ολομέτωπη επίθεση εκ μέρους του συνόλου της εμπροσθοφυλακής. Και αυτή η δεύτερη επίθεση αντιμετωπίστηκε με θάρρος και αποτελεσματικά από τους Μανιάτες που με συνεχείς και εύστοχες βολές αποδεκάτιζαν τους εχθρούς τους. Αναλογιζόμενος τόσο την ανάγκη κατάληψης του Πολυάραβου, όσο και την οργή του Ιμπραήμ πασά, ο Αιγύπτιος επιτελής, διέταξε ακόμη μία επίθεση κατά του προφήτη Ηλία, την τρίτη κατά σειρά. Οι διαταγές του αυτή τη φορά ήταν σαφείς: εκδίωξη των αμυνομένων από τα ταμπούρια τους δια της λόγχης! Και αυτή η επιθετική προσπάθεια, χάριν της ανδρείας των απογόνων των αρχαίων Λακεδαιμόνιων, πνίγηκε στο αίμα αναγκάζοντας τον Χουσνί μπέη να προστρέξει στον Ιμπραήμ. Ο Αιγύπτιος στρατηγός που επέβλεπε από μακριά την μάχη αποφάσισε να πλευροκοπήσει τις δυνάμεις των Μανιατών. Έστειλε ένα Τάγμα πεζικού και μια ορεινή πυροβολαρχία να πραγματοποιήσει κυκλωτική κίνηση και ταυτόχρονα διέταξε δύο Τάγματα πεζικού να επιτεθούν μετωπικά για να καθηλώσουν τους αμυνομένους. Η εμπροσθοφυλακή θα λειτουργούσε ως τακτική εφεδρεία στην νέα αυτή επιθετική ενέργεια. Η επίθεση εκδηλώθηκε αργά το απόγευμα και δεν πρόλαβε να γενικευθεί λόγω του σκότους. Η πρώτη μέρα τελείωσε με μικρές τακτικές νίκες των Ελλήνων.
Ενώ το βράδυ ο Ιμπραήμ προώθησε τα πυροβόλα του για να βάλλει επιτυχώς τις αμυντικές θέσεις στον προφήτη Ηλία, οι Μανιάτες οπλαρχηγοί συναντήθηκαν και αποφάσισαν να αφήσουν την πρώτη αυτή γραμμή άμυνα και να συμπτύξουν τις δυνάμεις τους στη δεύτερη θέση η οποία κάλυπτε τη Λάκκα-Στεφανάκου στην έξοδο της στενωπού Δερβέν-Φούρκα. Η σύμπτυξη έγινε μετά τις 11μ.μ με πλήρη μυστικότητα και αιφνιδίασε πλήρως τον Ιμπραήμ που στις 5:30 π.μ διέταξε γενική έφοδο, μόνο και μόνο για να βρει τον προφήτη Ηλία χωρίς υπερασπιστές. Μόλις αντιλήφθηκε τη σύμπτυξη των Ελληνικών δυνάμεων, διέταξε τον Συνταγματάρχη Οσμάν μπέη να καταδιώξει τους Μανιάτες με το Τάγμα και τη πυροβολαρχία που είχε αναλάβει την υπερκέραση του προφήτη Ηλία.
Οι προωθημένες μονάδες των Αιγυπτίων πέρασαν την στενωπό στις 7 π.μ. και δέχθηκαν καταιγισμό πυρών από τρία διαφορετικά σημεία από τους ήδη οχυρωμένους Έλληνες. Ο Οσμάν μπέης αναλογιζόμενος την κρισιμότητα της κατάστασης, αποφάσισε να εμπλέξει όλες τις δυνάμεις του στη μάχη. Ανέπτυξε τα πυροβόλα του και άρχισε να βάλλει, χωρίς αποτέλεσμα όμως. Η μεγάλη κλίση του εδάφους δεν επέτρεπε αποτελεσματική χρήση του πυροβολικού. Οι Μανιάτες περίμεναν τους Αιγύπτιους να φθάσουν σε απόσταση βολής. Μόλις πλησίασαν αρκετά άρχισαν να τους κτυπάνε με μεγάλα ποσοστά επιτυχίας. Παρά την γενναιότητα τους οι Άραβες και μετά από δίωρη μάχη, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Ο Ιμπραήμ βλέποντας το αδιέξοδο του εγχειρήματος, και μετά από σχολαστική εξέταση της γεωγραφίας της περιοχής, διέταξε τον Χουσνή μπέη με όλες του τις δυνάμεις να υπερκεράσει την δεύτερη αμυντική τοποθεσία των Μανιατών μέσω ενός στενού μονοπατιού, που οι ντόπιοι ονομάζουν Στενοδιάβατα. Έθεσε χρονικό όριο εκτέλεσης του κυκλωτικού ελιγμού και διέταξε επίσης τον Οσμάν μπέη να πραγματοποιήσει παραπλανητική μετωπική επίθεση κατά των αμυνομένων ώστε να τους καθηλώσει. Το σχέδιο του Ιμπραήμ ήταν απλό και ευφυές αλλά δεν απέδωσε τα αποτελέσματα που ήθελε ο Αιγύπτιος στρατηγός. Η ατραπός Στενοδιάβατα ήταν πολύ στενή και απότομη και έτσι οι δυνάμεις του Χουσνή δεν μπόρεσαν να τη διαβούν κατά τη διάρκεια της ημέρας. Τους έπιασε η νύχτα και έτσι τερματίστηκαν οι επιχειρήσεις της δεύτερης μέρας των συγκρούσεων.

Οι Μανιάτες, γνωρίζοντας καλά την γη τους, είχαν σκοπούς και περιπόλους σε όλα τα γύρω υψώματα και αντιλήφθησαν γρήγορα τη νέα κυκλωτική κίνηση. Αποφάσισαν να οπισθοχωρήσουν εκ νέου, αυτή τη φορά μέσα στο χωριό Πολυάραβος. Με ανεβασμένο το ηθικό λόγων των νικών των προηγούμενων ημερών αλλά και ενισχυμένοι με νέους ξεκούραστους άνδρες από όλη τη Λακωνία, έβλεπαν με αισιοδοξία την κατάσταση. Αντίθετα οι Άραβες, εξουθενωμένοι και με πολλές απώλειες, είχαν χάσει το ηθικό τους. Ο Ιμπραήμ ήξερε πως για να διατηρήσει ελπίδες νίκης και κατάκτησης της Μάνης, θα έπρεπε την επόμενη μέρα να καταλάβει τον Πολυάραβο και να συντρίψει τους υπερασπιστές του!
Η επίθεση του ήταν σφοδρή. Οι δυνάμεις του ενήργησαν ως εξής: τέσσερα τάγματα με το σύνολο του πυροβολικού σε μετωπική επίθεση εναντίον του χωριού, ένα τάγμα με διαταγές να επιτεθεί στις βόρειο ανατολικές παρυφές του Πολυάραβου, ένα τάγμα να ανέβει στο ύψωμα Ζίζιαλι για να υπερκεράσει την τοποθεσία και ακόμη ένα τάγμα ως τακτική εφεδρεία. Αποφάσισε και χρησιμοποίησε δηλαδή επτά χιλιάδες άντρες, χωρίς να προσμετράμε τους άντρες του πυροβολικού, για να επιτεθεί σε ένα χωριό! Ο Πολυάραβος όμως ήταν ένα χωριό κτισμένο σε άριστη αμυντική τοποθεσία. Σε ψηλό ύψωμα δεν είχε κάποια ατραπό ή στενωπό για να υπερφαλαγγιστεί με ευκολία. Με ψηλά σπίτια και μαντρότοιχους σε όλη την εξωτερική περίμετρο, παρείχε ασφαλή κάλυψη για τους αμυνομένους και ταυτόχρονα έκανε εξαιρετικά επικίνδυνη οποιαδήποτε προσπάθεια προσέγγισής του.
Στις 8 π.μ. ξεκινάει η προώθηση των ταγμάτων εφόδου η οποία όμως πραγματοποιείται με πολύ αργούς ρυθμούς λόγω του ανώμαλου και πετρώδους εδάφους. Με μια μικρή στάση για ξεκούραση, οι επιτιθέμενοι φτάνουν μετά από τρεις κοπιαστικές ώρες σε απόσταση βολής και ξεκινάει η μάχη με πρωτοφανή σφοδρότητα. Η μάχη κορυφώνεται στις 2μ.μ όπου ο Ιμπραήμ ρίχνει στη μάχη το εφεδρικό τάγμα. Έγιναν κάποιες μεμονωμένες διεισδύσεις εντός του χωριού που αντιμετωπίστηκαν με επιτυχία από τους κατοίκους του χωριού. Χαρακτηριστικό είναι το επεισόδιο της Ελένης Αναειπόνυφης που σκότωσε έναν Αιγύπτιο που την κατεδίωκε κοντά στη βρύση της πλατείας εντός του χωριού! Ο Σπυρίδων Τρικούπης αναφέρει το γεγονός στην Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης:
«Η Ελένη Αναειπόνυφη, βαστώσα τα δύο ανήλικα τέκνα της και καταδιωκομένη υπό τινός Αιγυπτίου, έφευγε προς το όρος του Πολυαράβου. Ο Αιγύπτιος έδραξε την συρομένην άκραν και επροσπάθει να κρατήση τοιουτοτρόπως την φεύγουσαν. Αλλ’ αυτή, αφήσασα κατά γης τα τέκνα, έδραξε την άλλην άκραν, όπου ευρίσκετο δεδεμένος ο θησαυρός της, δέκα δίστηλα. Αισθανθείσα δε ότι η ζώνη ετεντώθη, απέλυσεν αίφνης την άκραν και πεσόντα ύπτιον τον Αιγύπτιον ετραυμάτισε δια της ιδίας αυτού λόγχης και έσωσεν εαυτήν, τα τέκνα και τον θησαυρόν. »

Στις 3 μ.μ. μετά από τέσσερις ώρες λυσσαλέας μάχης, οι Μανιάτες θεώρησαν πως τόσο το ηθικό, όσο και η κούραση των Αιγυπτίων ήταν σε τέτοιο σημείο, ώστε να επιχειρήσουν έξοδο και καταδίωξη των εχθρών……και δεν έκαναν λάθος. Η έφοδος τους ήταν τρομακτική και πραγματικά σκόρπισαν τους Άραβες. Ξεκίνησε μια ανηλεής καταδίωξη μέχρι την πρώτη αμυντική τοποθεσία του προφήτη Ηλία, όπου και οι Μανιάτες σταμάτησαν την εφόρμησή τους. Άφησαν ισχυρή προφυλακή στην τοποθεσία και επέστρεψαν στον Πολυάραβο για ξεκούραση και ανασυγκρότηση. Το τάγμα των Αιγυπτίων που επιχειρούσε την παράκαμψη της τοποθεσίας, μόλις είδε την εξέλιξη της μάχης υποχώρησε συντεταγμένα προς Δεσφίνα.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
Έτσι έληξε θριαμβευτικά για την Ελληνική Επανάσταση η τριήμερη μάχη του Πολυάραβου. Οι απώλειες των Αιγυπτίων ήταν 1100 νεκροί και 1400 τραυματίες ενώ των Ελλήνων ήταν 28 νεκροί και 75 τραυματίες μεταξύ των οποίων και 5 γυναίκες. Μία συντριπτική ήττα για μια σημαντική στρατιωτική φυσιογνωμία της εποχής, του Ιμπραήμ Πασά. Ο Αιγύπτιος στρατηγός αφού κατανόησε το αδύνατον του εγχειρήματος, λόγω του εδάφους αλλά και της μαχητικής αξίας των Μανιατών, αποφάσισε να οπισθοχωρήσει προς την Τρίπολη και μετά στράφηκε στη Μεθώνη για να διαχειμάσει.
Η Ελληνική Επανάσταση έμεινε ζωντανή, τόσο επιχειρησιακά όσο και στη συνείδηση των Ξένων Δυνάμεων που μετά από έναν περίπου χρόνο αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την ουδέτερη στάση τους και να συντρίψουν τον Τούρκο-Αιγυπτιακό στόλο στο Ναβαρίνο στις 8 Οκτωβρίου 1827. Και η ταπεινωτική ήττα του Ιμπραήμ έδωσε τα κατάλληλα επιχειρήματα στους φιλέλληνες ευρωπαίους διπλωμάτες αλλά και στους πραγματιστές στρατηγικούς αναλυτές της εποχής να συμφωνήσουν στην αναγκαιότητα αποχώρησης των Αιγυπτίων από την Ελλάδα και την παύση της ενίσχυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατά των επαναστατημένων Ελλήνων από τον Μωχάμετ Άλι της Αιγύπτου.
Η μεγάλη και σημαντική αυτή νίκη πέρασε αναπόφευκτα και στη λαϊκή παράδοση:

Όλ’ η Ελλάς μοιρολογά, θρηνούνε χώρες και χωριά
 Απ’άκρη σ’ άκρη ένας καπνός φαίνεται σ' όλον το Μωρηά!
Τ’ είν’ το κακό πού γίνεται; Μην ήρθαν τα στερνά;
1 Στερνά : η Δευτέρα Παρουσία.
Ή ο Θεός ωργίστηκε ή ο ‘Μπραήμ περνά!
Η Μάνη η ανυπότακτη του καίει την καρδιά!
Μ' αυτός υπόσχεσι έδωκε -και ποιός θα τον πιστέψει-
Ή θαν την πάρει με καλό, ή θαν την ‘ξολοθρέψει!
«Η Μάνη θα υποταχτεί» -«Ο Ιμπραήμ το θέλει»-
Τόπε κι ο κόσμος τρόμαξε. Μα κείνη δεν τη μέλει!
Προσεύχουντ’ όλα τα τζαμιά -μη βρέξει και μη στάξει-
 
Γιατί ο ‘Μπραήμ ‘βουλήθηκε τη Μάνη να υποτάξει!
Όλοι οι Χοτζάδες εύχονται για ‘Κείνον σ’ τον Αλλάχ
Σαν νάναι ο Σουλτάνος τους, σαν νάναι Πατισάχ!
Είναι μεγάλος στρατηγός, είναι γερό μυαλό
Μ ’αυτή του η απόφαση ας τούβγει σε καλό! .....
‘Σ τη «Βέργα» πρωτοχτύπησε, μα πρώτα κει τσακίστη
Κι απ’ τις γυναίκες σ’ το «Δηρό» τ’ ασκέρι του σκορπίστη
Δεν απελπίστη ο Τουρκαλάς, το πείσμα τον θεριεύει
Κι ’απ’ του Μαλεύρη τα χωριά σ’ τη Μάνη να μπει γυρεύει!
Από μακριά γνωρίζεται σ' τ' αραβικό του άτι
Χιλιάδες έχει δώδεκα και δώδεκα μιντάτι
Σ’ όλον τον δρόμο τον Αλλάχ παρακαλά και λέει
Κι από το πείσμα το πολύ αφρομανά και κλαίει:
«Αλλάχ, εδώ την «κλεφτουριά», εδώ τους αποστάτες
Βοήθα, μην πάρουν τάρματα και πάν’ με τους Μανιάτες»
 
Στη «Λίμνη» σ’ το «Βρομόνερο» κοντά στρατοπεδεύει
Τ’ ασκέρι τ’ αναπάντηκε, μ’αυτός δεν ξεπεζεύει!
‘Σ το πρώτο τα Κονάκια να πάρει εβουλήθη
Μα τα στενά είχαν πιαστεί κι αμέσως παραιτήθη!
Τον έν απ’ τους χνηλάτες του κάτου σ’ το «Μοναστήρι»
 
Μια γυναίκα έσφαξε με ένα κλαδευτήρι
Πολλούς και δύο αρχηγούς με τα «γαλούνια πλάκα»
Οι Τουρκατζιάνοι σκότωσαν μες τ’ Άη-Γιωργιού τη λάκκα!
Βαράτε Τουρκατζιάνισσες χτυπάτε Τουρκατζάκια
Σ’ τη Μάνη δε θα ξεχαστεί τι αξίζουν τα Κονάκια!
Ένας μονάχα γλίτωσε κι έφερε το «χαμπέρι»
Εις τον ‘Μπραήμ, πως το «μικρό» εχάθηκε «ασκέρι».
Τότε το δρόμο άλλαξε απ’ την πλευρά εκείνη
Και μ’ όλο το ασκέρι του τραβά για τη «Μελτίνη»
Εις τη «Μπαρδούνια» στάθηκε, το δρόμο δε γνωρίζει
Να κάμει πίσω ντρέπεται, μα μπρος απογυρίζει
..............................................................................
Μεσάνυχτα εφτάσανε σ’ τον «Πύργο» του «Σταθάκου»
Ως το πρωί καρτέραγαν να φύγει -Μα του κάκου!
Γέρο Σταθάκος φώναξε, μόλις ο ήλιος βγαίνει:
«Στραβαραπάδες, φύγετε, ντουφέκι σας προσμένει,
 
Η Μάνη αρχίζει από ‘δω η κοσμοξακουσμένη,
Σημαία δεν προσκύνησε, ή τούρκικη ή ξένη».
Παιδιά, γυναίκες και γαμπροί έχουν καλό «καρτέρι»

Πηγή: Αρχείο Πατσουράκου

Νίκος Τοπούζης Ιστορικός Συγγραφέας

Τετάρτη 17 Απριλίου 2013

Ο ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ


Στυλιανός Κυριακίδης. 
(Ο νικητής στον Μαραθώνιο της Βοστώνης, στις 20 Απριλίου 1946)


"Δεν θέλω τίποτα για εμένα. Το μόνο που ζητώ, κύριε Τρούμαν, είναι να στείλετε ρούχα και τρόφιμα στα 7 εκατομμύρια Έλληνες που λιμοκτονούν. Αυτό ζητάω. Να βοηθήσετε τον λαό μου που υποφέρει".
Φτωχόπαιδο ήταν και κάποια στιγμή ξεκίνησε τον αθλητισμό στην Λεμεσό. Του άρεσε να τρέχει από πιτσιρίκι. Κατάφερε, μάλιστα, να πάρει μέρος ως δρομέας με την ελληνική εθνική ομάδα στους ολυμπιακούς αγώνες του 1936!
Αγροτόπαιδο, με έρωτα για τον αθλητισμό και ταλέντο, από το 1934 τα μαζεύει και μετακομίζει στο Χαλάνδρι.
Τα' μπλεξε ο πόλεμος μετά. Υπέφερε ο κόσμος. Έτσι κι αυτός, έτσι και η οικογένειά του. Το 1940 έκοψε το τρέξιμο και κοίταξε μόνο να ζήσει.

Πείνα! Έβλεπε τους παλιούς του συναθλητές, εκείνη την μεγάλη ομάδα του 1930, να λιμοκτονούν ή να τους σκοτώνει ο γερμανικός κατοχικός στρατός.
Παντρεύτηκε, έκανε παιδιά, τέλειωσε η Κατοχή, άρχισε η φαγωμάρα του Εμφυλίου. Αδερφός να σκοτώνει αδερφό εκείνα τα μαύρα χρόνια.
Παίρνει την μεγάλη απόφαση το 1946 να ξανατρέξει. Λίγη προπόνηση, ελάχιστο φαγητό από τους γείτονες, δύσκολα χρόνια. Ήθελε να πάει στην Αμερική. Στην Βοστώνη. Στον φημισμένο μαραθώνιο! Ελπίζοντας ότι και μόνο με την παρουσία του θα μπορέσει να ευαισθητοποιήσει τους Αμερικάνους για να βοηθήσουν τον λαό μας που τα περνούσε δύσκολα όσο ποτέ άλλοτε.
Πώς, όμως, να αγοράσει εισιτήριο για την Αμερική; Με τι λεφτά; Μαζεύει και πουλάει τα μισά έπιπλα του σπιτιού. Πιάνει πέντε δραχμές στο χέρι, του δίνουν με τα πολλά και κάμποσα ακόμα από την δουλειά του και πάει και βγάζει αεροπορικό εισιτήριο. Μονό! Δεν είχε λεφτά για «μετ' επιστροφής».
Μέσα από τα χαλάσματα της Αθήνας, βρήκε το κουράγιο να πετάξει για Αμερική ρισκάροντας τα πάντα. Με μοναδικό σκοπό να. τρέξει! Τίποτα άλλο!

Ο πιο δύσκολος μαραθώνιος της εποχής - κι ακόμα φημισμένος - ήταν αυτός της Βοστώνης. Φαβορί ο τεράστιος Άγγλος Κένεθ Μπέιλι και ο Αμερικάνος, νικητής της προηγούμενης χρονιάς, Τζόνι Κέλι. Κι από κοντά ένας Καναδός αθληταράς.
Πριν τον αγώνα όλοι οι αθλητές έπρεπε να περάσουν από γιατρό. Πάει και ο Κυριακίδης, τον εξετάζουν οι Αμερικάνοι και του λένε:
«Δεν μπορείς να τρέξεις.».
- Μα, γιατί; Γιατί δεν μπορώ ενώ έκανα τόσο ταξίδι;
- Είσαι πολύ αδύναμος, νεαρέ Έλληνα. Θα πεθάνεις στον δρόμο από την εξάντληση, έτσι κοκαλιάρης όπως είσαι. Δεν θα αντέξεις ούτε για μερικά χιλιόμετρα.

Παίρνει ουσιαστικά την προσωπική ευθύνη και λέει «φέρτε μου το χαρτί να το υπογράψω ότι θα τρέξω κι αναλαμβάνω όποιον κίνδυνο υπάρχει για την ζωή μου. Θα τρέξω κι ας πεθάνω εδώ πέρα.».

Αρχίζει ο αγώνας. 20 Απριλίου 1946 ήτανε. Ξεκίνησε αργά ο Στέλιος Κυριακίδης, αλλά ανέβαζε στροφές. Όλο και πλησίαζε τους πρώτους, όλο και πατούσε καλύτερα. Στο 40 χιλιόμετρο έπιασε τον Κέλι, τον πρωτοπόρο.

Ναι, κέρδισε! Με πανευρωπαϊκό ρεκόρ! Παραμιλούσε η Αμερική.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τρούμαν καλεί τον Κυριακίδη στον Λευκό Οίκο, μαζί με τον δεύτερο, τον Αμερικάνο Τζόνι Κέλι.

Κι όταν λέμε Κέλι να αναφέρουμε ότι 15 φορές βγήκε στην καριέρα του μέσα στην πρώτη πεντάδα του μαραθωνίου της Βοστώνης, ενώ το 2000 ανακηρύχθηκε από το Runner's World ο κορυφαίος δρομέας για τον περασμένο αιώνα.
Ρωτάει ο Χάρι Τρούμαν τον Τζόνι Κέλι: «Καλά, βρε παιδί μου. Πώς έχασες απ' αυτόν τον κοκαλιάρη (σ.σ. έτσι τον έλεγαν οι εφημερίδες) κι αδύναμο Έλληνα;».
Απάντηση Κέλι: «Μόνο εγώ έχασα; Κανένας δεν μπόρεσε να τον κερδίσει. Εγώ έτρεχα για τον εαυτό μου κι αυτός για έναν ολόκληρο λαό, για μια ιδεολογία...».
Ο Τρούμαν χαμογελάει και γυρνάει προς τον Κυριακίδη. «Εσύ, παιδί μου, είσαι άξιος συγχαρητηρίων. Για πες μου. Τι θες να κάνω για σένα; Θες ρούχα; Τρόφιμα να δυναμώσεις; Χρήματα; Ό,τι θες από μένα».

Απάντηση Κυριακίδη: «Σας ευχαριστώ, πρόεδρε. Δεν θέλω τίποτα για εμένα. Το μόνο που ζητώ, κύριε Τρούμαν, είναι να στείλετε ρούχα και τρόφιμα στα 7 εκατομμύρια Έλληνες που λιμοκτονούν. Αυτό ζητάω. Να βοηθήσετε τον λαό μου που υποφέρει».

Αυτό που έγινε μετά ήταν απίστευτο. Από δωρεές των Αμερικάνων μαζεύτηκαν τόνοι από τρόφιμα, φάρμακα, κουβέρτες. Δεν είχαν πώς να τα μεταφέρουν. Μόλις βρέθηκαν έξι καράβια, με τη συνδρομή της οικογένειας Λιβανού, έφτασε η βοήθεια στην Ελλάδα. Το «Πακέτο Κυριακίδη», όπως το ονόμασαν.
Συγκεντρώθηκαν, επίσης, 250.000 δολάρια για να δοθούν στους ταλαιπωρημένους Έλληνες από την Κατοχή και τον Εμφύλιο! Ποσό τεράστιο για την εποχή. Όλες οι αμερικάνικες εφημερίδες τον είχαν πρωτοσέλιδο, ενώ ο ίδιος έτρεχε από Πολιτεία σε Πολιτεία της Αμερικής για να φέρει κι άλλη βοήθεια στην τσακισμένη Ελλάδα.

Ένας λαός που πέθαινε στους δρόμους από την εισβολή του ναζισμού και τον Εμφύλιο, μπόρεσε να χαμογελάσει ξανά απ' αυτόν τον τεράστιο Έλληνα. Την μέρα που ήρθε από τις ΗΠΑ στην Αθήνα, στις 23 Μαϊου, ξεχύθηκε στους δρόμους ένα εκατομμύριο κόσμος για να τον υποδεχτεί.

Είχαν φτάσει απ' όλη την Ελλάδα άνθρωποι στην πρωτεύουσα για να τον ευχαριστήσουν. Εκείνη τη μέρα ήταν η πρώτη φορά που φωταγωγήθηκε ξανά η Ακρόπολη από τότε που άρχισε ο πόλεμος. Και θεωρήθηκε το πρώτο χαρμόσυνο γεγονός για τον τόπο ύστερα από τόσα καταραμένα χρόνια. Ο Κυριακίδης έδωσε χαρά, περηφάνια, ανακούφιση στους συνανθρώπους του.

Πόσο γνήσιος ο Στέλιος Κυριακίδης! Πόσο αυθεντικός. Και τι ψυχή! Μεγαλείο.

Ο γιός του, απλόχερα και χωρίς να ζητήσει ποτέ καμία αμοιβή, προσέφερε χρόνια μετά όλα τα κειμήλια του Στέλιου Κυριακίδη στο Μουσείο του Μαραθωνίου δρόμου στον Μαραθώνα.


Υ.Γ. το βρήκα και το ανάρτησα στη σελίδα της Joya Koun, μετά από άδεια της. Την ευχαριστώ θερμά.